Ερμιτάζ

Ερμιτάζ
Государственный Эрмитаж
Είδοςμουσείο
ΔιεύθυνσηСанкт-Петербург, Дворцовая набережная, 34
Γεωγραφικές συντεταγμένες59°56′26″N 30°18′49″E
Διοικητική υπαγωγήΑγία Πετρούπολη
ΤοποθεσίαΧειμερινά Ανάκτορα
ΧώραΡωσία
Έναρξη κατασκευής1764
Ολοκλήρωση1764
ΑρχιτέκτοναςΦραντσέσκο Μπαρτολομέο Ραστρέλι[1]
Προστασίαμνημείο πολιτιστικής κληρονομιάς στη Ρωσία
Ιστότοπος
Επίσημος ιστότοπος
Commons page Πολυμέσα

Το Ερμιτάζ (ρωσικά: Эрмитаж) αποτελεί το μεγαλύτερο και ένα από τα παλαιότερα μουσεία στον κόσμο, καθώς και ένα από τα σημαντικότερα αξιοθέατα της Αγίας Πετρούπολης. Φιλοξενείται σε ένα συγκρότημα έξι κτιρίων, τα παλαιά Χειμερινά Ανάκτορα, στις όχθες του ποταμού Νέβα. Ανάμεσα στα σημαντικά εκθέματα του μουσείου, περιλαμβάνεται η συλλογή έργων δυτικοευρωπαϊκής τέχνης με έργα των Λεονάρντο ντα Βίντσι, Ωγκύστ Ροντέν, Πάμπλο Πικάσσο, Ανρί Ματίς, Πωλ Γκωγκέν, Πωλ Σεζάν, Κλωντ Μονέ, Ρέμπραντ και άλλων. Φιλοξενούνται ακόμα εκθέματα από την αρχαία Ελλάδα, την Αίγυπτο και τη Ρώμη, καθώς και μεγάλες συλλογές ειδών κοσμηματοποιίας. Ο συνολικός αριθμός των έργων που ανήκουν στις συλλογές του Ερμιτάζ ξεπερνούν τα 3.000.000.

Ετυμολογία

Η λέξη ερμιτάζ (hermitage) είναι γαλλική, εκ παραφθοράς της ελληνικής λέξης ερημητήριο. Με τον όρο αυτό αποκαλούσαν οι Γάλλοι οποιαδήποτε εξοχική ή απόκεντρη κατοικία κυρίως για μονήρη ανάπαυση ή αναψυχή. Γνωστότερο τέτοιο ερημητήριο στη Γαλλία ήταν ο παλαιός πύργος που κτίσθηκε το 1225 από τον ιππότη Γκάσπαρ ντε Σπέριμπεργκ, στην αριστερή όχθη του Ροδανού, στη πεδιάδα Μονμαρσύ, σε μια γραφική οινοπαραγωγική περιοχή της οποίας τα κρασιά είναι ονομαστά. Σ΄ αυτό το ερημητήριο διέμεινε επίσης και ο Ρουσσώ.

Ιστορία

Ερμιτάζ
Οι «Τρείς Χάριτες» του Α. Κανόβα

Το Ερμιτάζ ιδρύθηκε ουσιαστικά από την Μεγάλη Αικατερίνη στα 1764, επί σχεδίων του Γάλλου αρχιτέκτονα Βαλλέν ντε λα Μοντ όταν απέκτησε μαζικά 200 έργα ζωγραφικής. Ρώσοι πρέσβεις έλαβαν στη συνέχεια εντολή να αγοράσουν τις σημαντικότερες συλλογές έργων τέχνης που προσφέρονταν προς πώληση. Αρχικά, τα έργα αποτελούσαν ιδιωτική συλλογή της αυτοκράτειρας και διατηρούνταν στα Χειμερινά Ανάκτορα, αρχιτεκτονικό έργο του Μπαρτολομέο Ραστρέλι, την περίοδο 1754-1762. Το 1783 ξεκίνησε επίσης η κατασκευή του Θεάτρου Ερμιτάζ, ένα από τα σημερινά κτίρια του μουσείου, η οποία ολοκληρώθηκε το 1787.

Μετά το θάνατο της Αικατερίνης Β' της Ρωσίας, τα χειμερινά ανάκτορα εγκαταλείφθηκαν ως αυτοκρατορική κατοικία από τον διάδοχο της, Πέτρος Α', ο οποίος δεν στήριξε την ενίσχυση του μουσείου, εμπλουτίζοντας τη συλλογή του μόνο με δύο νέους πίνακες. Αντιθέτως, οι διάδοχοί του, έστρεψαν το ενδιαφέρον τους στο Ερμιτάζ και τα επόμενα χρόνια, επί αυτοκρατορίας του Αλεξάνδρου Α' και του Νικολάου Α' η συλλογή έργων του εμπλουτίστηκε σημαντικά με νέα έργα τέχνης, καλύπτοντας ακόμα και περιόδους της αρχαιότητας. Προκειμένου να στεγαστούν κατάλληλα, ο Νικόλαος Α' παρήγγειλε στον Γερμανό αρχιτέκτονα Λέο φον Κλέντσε, που είχε χαράξει το σχέδιο της Αθήνας ως νέας πρωτεύουσας), την κατασκευή ενός νέου κτιρίου (Νέο Ερμιτάζ), το οποίο εγκαινιάστηκε τελικά στις 5 Φεβρουαρίου του 1852 και αποτέλεσε το πρώτο μουσείο της Ρωσίας, ανοιχτό σε επισκέπτες.

Δυστυχώς στη περίοδο της Ρωσικής επανάστασης, το αυτοκρατορικό Ερμιτάζ υπέστη μεγάλη καταστροφή αν και κηρύχθηκε δημόσιο μουσείο, ενώ μετά το τέλος της, φιλοξένησε το Μουσείο της Οκτωβριανής Επανάστασης στα Χειμερινά Ανάκτορα, το οποίο έκλεισε στα μέσα της δεκαετίας του 1930. Την διετία 1932-1934, έργα από τις συλλογές του Ερμιτάζ πωλήθηκαν, με πρωτοβουλία της Σοβιετικής κυβέρνησης για την εξεύρεση χρημάτων.

Η αίθουσα του φλαμανδικού σχολείου

Εκτιμάται ότι 2.880 πίνακες κλάπηκαν και ένα μικρό μέρος εξ αυτών συμμετείχαν σε δημοπρασίες, μεταξύ αυτών και πίνακες που θεωρούνται σήμερα κλασικοί [1].

Την ίδια περίοδο, έργα μεταφέρθηκαν από το Ερμιτάζ σε άλλα ρωσικά μουσεία όπως το Μουσείο Πούσκιν στη Μόσχα. Η απώλεια έργων συνεχίστηκε σε μικρότερη κλίμακα και τα επόμενα χρόνια, μέχρι τη λήξη του Β' Παγκοσμίου πολέμου, το 1945. Κατά τη διάρκεια του πολέμου, το μουσείο αφού πρώτα εκκενώθηκε, υπέστη νέες ζημιές, ενώ σημαντικό μέρος από τις συλλογές του διασώθηκε και φυλάχτηκε μέχρι την επαναλειτουργία του. Τα τελευταία χρόνια, από το 1990 το Ερμιτάζ απέκτησε τη παλιά του αίγλη ακολουθώντας μια μητροπολιτική πολιτιστική ανάπτυξη υιοθετώντας μία σειρά από πρωτοβουλίες συνεργασιών και φιλόδοξων πολιτιστικών προγραμμάτων. Τον Ιούνιο του 2000, υπογράφτηκε συμφωνία μελλοντικής συνεργασίας του Ερμιτάζ με το Μουσείο Γκούγκενχαϊμ, ενώ στις 25 Νοεμβρίου του 2000, εγκαινιάστηκε ειδική πτέρυγα στο ανάκτορο Σόμερσετ του Λονδίνου, με έκθεση έργων που ανήκουν στις συλλογές του Ερμιτάζ. Από τις 24 Φεβρουαρίου του 2004, λειτουργεί επίσης το Ερμιτάζ του Άμστερνταμ, το οποίο αποτελεί παράρτημα του μουσείου στην ολλανδική πόλη.

Εθελοντική Υπηρεσία

Η Εθελοντική Υπηρεσία του Ερμιτάζ προσφέρει σε όλους τους ενδιαφερόμενους μια μοναδική ευκαιρία να συμμετάσχουν στην λειτουργία αυτού του παγκοσμίου φήμης μουσείου. Το πρόγραμμα όχι μόνο βοηθά το Ερμιτάζ με τις εξωτερικές και εσωτερικές του λειτουργίες αλλά και εξυπηρετεί ως ο επίσημος σύνδεσμος μεταξύ των εργαζομένων του μουσείου και του κοινού, κάνοντας προσβάσιμη στην κοινωνία την γνώση των ειδικών. Οι εθελοντές μπορούν επίσης να πραγματοποιήσουν προγράμματα που αντικατοπτρίζουν τους προσωπικούς τους στόχους και ενδιαφέροντα. Σκοπός της υπηρεσίας είναι η καλλιέργεια ενός αισθήματος ευθύνης στην νεολαία, προκειμένου να βοηθήσει στην κατανόηση της παράδοσης και της ανάγκης διατήρησης αυτής.

Το αρχιτεκτονικό συγκρότημα Ερμιτάζ στις όχθες του ποταμού Νέβα, από αριστερά προς τα δεξιά το θέατρο Ερμιτάζ, η αψίδα πάνω από το χειμερινό κανάλι, το Μεγάλο Ερμιτάζ, το Μικρό Ερμιτάζ και το Χειμερινό Ανάκτορο

Συλλογές

Από τα 250 Μουσεία της πόλεως, το Ερμιτάζ είναι το πιο φημισμένο μουσείο με την μεγαλύτερη επισκεψιμότητα . Είναι ένα από τα σημαντικότερα Μουσεία Τέχνης στον κόσμο. Στεγάζει μια τεράστια συλλογή ευρωπαϊκών πινάκων για την περίοδο έως το 1917. Η μεγάλη πυκνότητα των πινάκων στους τοίχους προκύπτει από το τεράστιο αριθμό των συλλογών που εκτίθενται, και πήρε το όνομα "Το κρεμαστό της Πετρούπολης".

Αναλυτικά:[2]

Περιέχει τρία εκατομμύρια εκατόν δύο χιλιάδες αντικείμενα τέχνης συνολικά, συμπεριλαμβανομένων:

1.122.000 νομισματικά αντικείμενα (μία από τις σημαντικότερες συλλογές στον κόσμο). 749.000 αρχαιολογικά αντικείμενα.
651.000 έργα τέχνης:
622.000 αντικείμενα στον τομέα των γραφικών τεχνών (486.000 σφραγίδες),
16.900 πίνακες ζωγραφικής (η μεγαλύτερη συλλογή στον κόσμο),
12.800 γλυπτά (μία από τις μεγαλύτερες συλλογές στον κόσμο).
357.700 έργα εφαρμοσμένης τέχνης.
13.932 όπλα και πανοπλίες (6.000 από Ευρώπη , 2.000 από Ρωσία).
148.000 διάφορα.

Το μουσείο διατηρεί 2,7 εκατομμύρια αντικείμενα τέχνης στα αποθέματά του. Εξήντα πέντε χιλιάδες αντικείμενα τέχνης εκτίθενται σε τριακόσια πενήντα δωμάτια και συγκεντρώνονται σε έξι συλλογές:

Προϊστορικός πολιτισμός
Τέχνη και πολιτισμός της Αρχαιότητας, όπως η αιγυπτιολογική συλλογή.
Τέχνη και πολιτισμός των ανατολίτικων λαών.
Δυτικοευρωπαϊκή τέχνη.
Ρωσική τέχνη.

Διευθυντές του Ερμιτάζ

Έκθεση φωτογραφιών

Βιβλιογραφία

  • To the Hermitage, a 2000 novel by Malcolm Bradbury, retells the story of Diderot's journey to Russia to meet Catherine the Great in her Hermitage.
  • Petersburg, a 1913 novel by Andrey Bely, features the Winter Canal near the palace as one of its central locations, but never names the Winter Palace directly.
  • Ghostwritten, by David Mitchell, features as one of its protagonists a woman who works for an art counterfeiting ring whilst masquerading a docent in a gallery room on the upper floor of the Large Hermitage.
  • The Madonnas of Leningrad, a novel by Debra Dean, features the Hermitage during World War II.
  • Sancar Seckiner's 2017 book Thilda's House (Thilda'nın Evi) includes a chapter highlighting the writer's experience at the Hermitage Museum by indicating several masterworks of the 15th–19th centuries. (ISBN 978-605-4160-88-4)

Κινηματόγραφος

  • Russian Ark, η ρωσική ταινία του Alexander Sokurov, γυρίστηκε εξ ολοκλήρου στο Μουσείο Ερμιτάζ, δείχνοντας το Χειμερινό Ανάκτορο σε διάφορα στάδια της ιστορίας του.
  • Πόλεμος και Ειρήνη (1966–67), μια βραβευμένη ταινία με Όσκαρ Σοβιετική μεταφορά του μυθιστορήματος του Λέοντος Τολστόι του 1869, γυρίστηκε εν μέρει στο Χειμερινό Ανάκτορο.

Δείτε επίσης

Παραπομπές

Εξωτερικοί σύνδεσμοι