Πατριάρχης Αλεξανδρείας

Painting of bearded man with red robe
Κοπτική εικόνα του Ευαγγελιστή Μάρκου, του αποστολικού ιδρυτή της Εκκλησίας της Αλεξανδρείας και του πρώτου Προκαθημένου της

Ο Πατριάρχης Αλεξανδρείας είναι ο Αρχιεπισκόπος της Αλεξάνδρειας της Αιγύπτου. Ιστορικά, αυτό το αξίωμα έχει συμπεριλάβει τον χαρακτηρισμό «πάπας» (ετυμολογικά «Πατέρας», σαν «Ηγούμενος»).[1]

Η Επισκοπή της Αλεξάνδρειας τιμούνταν ως μία από τις τρεις μεγάλες επισκοπικές έδρες (μαζί με τη Ρώμη και την Αντιόχεια) προτού παραχωρηθεί στην Κωνσταντινούπολη και στην Ιερουσαλήμ παρόμοιο καθεστώς (το 381 και το 451, αντίστοιχα).[2] Η Αλεξάνδρεια ανυψώθηκε σε de facto αρχιεπισκοπικό καθεστώς από τις Συνόδους της Αλεξάνδρειας και αυτό το καθεστώς επικυρώθηκε από τον Έκτο Κανόνα της Α' Συνόδου της Νίκαιας, ο οποίος όριζε ότι όλες οι αιγυπτιακές επισκοπικές επαρχίες υπάγονταν στη μητροπολιτική έδρα της Αλεξάνδρειας (συνήθειες που επικρατούσαν ήδη).Τον έκτο αιώνα, αυτοί οι πέντε αρχιεπίσκοποι έλαβαν επίσημα τον τίτλο του «Πατριάρχη» και στη συνέχεια ήταν γνωστοί ως Πενταρχία. [3]

Λόγω πολλών σχισμάτων εντός του Χριστιανισμού, ο τίτλος του Πατριάρχη Αλεξανδρείας διεκδικείται επί του παρόντος από διαφορετικές εκκλησίες (δύο από τις οποίες είναι μέρος της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας) και τον κατέχουν, αντίστοιχα, τέσσερα πρόσωπα: ο Έλληνορθόδοξος Πατριάρχης Αλεξανδρείας, ο Κόπτης Ορθόδοξος Πατριάρχης Αλεξανδρείας, το Κοπτικό Καθολικό Πατριαρχείο Αλεξάνδρειας και ο Μελκίτης Πατριάρχης Αντιοχείας, Αλεξάνδρειας, Ιεροσολύμων και πάσης Ανατολής. Κάθε μία από τις αντίστοιχες εκκλησίες θεωρεί τον πατριάρχη της ως διάδοχο των αρχικών πρώτων επισκόπων της Αλεξάνδρειας.[2] Τον τίτλο κατείχε, επίσης, ο Λατίνος Πατριάρχης Αλεξανδρείας, μέχρι το 1964 που καταργήθηκε το Πατριαρχείο. Η συντριπτική πλειοψηφία του πληθυσμού των Χριστιανών εντός Αλεξάνδρειας και Αιγύπτου, καθώς και σχεδόν όλες οι αιγυπτιακές μοναστικές κοινότητες, αποτελούν μέρος του Κοπτικού Ορθόδοξου Πατριαρχείου της Αλεξανδρείας.[4]

Ιστορία

Σύμφωνα με την εκκλησιαστική παράδοση, το Πατριαρχείο ιδρύθηκε το 42 μ.Χ. από τον Ευαγγελιστή Μάρκο. Ήταν το κέντρο από το οποίο εξαπλώθηκε ο Χριστιανισμός σε όλη την Αίγυπτο. Στη δικαιοδοσία του, κατά την πιο ακμάζουσα περίοδο του, περιλαμβάνονταν περίπου 108 επίσκοποι. Η επικράτειά της περιλάμβανε τις έξι επαρχίες της Κυρηναϊκής, της Μαρμαρικής, της Θηβαΐδας, της Αιγύπτου, της Επτανόμης και της Αυγουστάμνικας. Στην αρχή, ο διάδοχος του Ευαγγελιστή Μάρκου ήταν ο μόνος μητροπολίτης-επίσκοπος και κυβερνούσε εκκλησιαστικά όλη την επικράτεια. Καθώς πολλαπλασιάζονταν οι χριστιανοί και δημιουργήθηκαν άλλες μητροπολιτικές έδρες, έγινε γνωστός ο Αρχιεπίσκοπος. Ο τίτλος του Πατριάρχη δεν τέθηκε σε χρήση παρά τον πέμπτο αιώνα.[5]

Μέχρι την Α' Σύνοδο της Κωνσταντινούπολης (381) ο Πατριάρχης Αλεξανδρείας κατατάσσεται δίπλα στον Επίσκοπο Ρώμης. Με τον τρίτο κανόνα αυτής της Συνόδου, που στη συνέχεια επιβεβαιώθηκε από τον εικοστό όγδοο κανόνα της Συνόδου της Χαλκηδόνας (451), δόθηκε στον Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως, υποστηριζόμενος από την αυτοκρατορική εξουσία και από διάφορα συντρέχοντα πλεονεκτήματα, το δικαίωμα της προτεραιότητας έναντι του Πατριάρχης Αλεξανδρείας. Αλλά ούτε η Ρώμη ούτε η Αλεξάνδρεια αναγνώρισαν την αξίωση μέχρι πολλά χρόνια αργότερα. Κατά τους δύο πρώτους αιώνες της εποχής μας, αν και η Αίγυπτος απολάμβανε ασυνήθιστη ησυχία, λίγα είναι γνωστά για την εκκλησιαστική ιστορία της Αρχιεπισκοπής της, πέρα ​​από έναν άγονο κατάλογο με τα ονόματα των Πατριαρχών της, που μας παραδόθηκε κυρίως μέσω του εκκλησιαστικού ιστορικού Ευσεβίου της Καισαρείας.[5]

Όλα τα δόγματα αναγνωρίζουν τη διαδοχή των εκκλησιαστικών ηγετών μέχρι την εποχή της Β' Συνόδου της Εφέσου του 449 και της Συνόδου της Χαλκηδόνας το 451, η οποία οδήγησε στη δημιουργία της μη Χαλκηδόνιας Κοπτικής Ορθόδοξης Εκκλησίας της Αλεξάνδρειας και της Ελληνορθόδοξης Εκκλησίας της Αλεξάνδρειας.

Πάπας

Αυτό το αξίωμα είχε ιστορικά τον τίτλο του Πάπα (Papas), από το «Πατέρας» στα ελληνικά και στα κοπτικά, αφού ο Πάπας Ηρακλάς, ο 13ος Επίσκοπος Αλεξανδρείας (227–248), ήταν ο πρώτος που συνέδεσε τον «Πάπα» με τον τίτλο του Επισκόπου Αλεξανδρείας.

Η λέξη πάπας προέρχεται από το ελληνικό πάππας («πατέρας»). Στους πρώτους αιώνες του Χριστιανισμού, αυτός ο τίτλος εφαρμοζόταν ανεπίσημα (ιδιαίτερα στα ανατολικά) σε όλους τους επισκόπους και άλλους ανώτερους κληρικούς. Στα δυτικά άρχισε να χρησιμοποιείται ιδιαίτερα για τον Επίσκοπο της Ρώμης (και όχι για επισκόπους γενικά) τον έκτο αιώνα. Το 1075, ο Πάπας Γρηγόριος Ζ΄ εξέδωσε μια δήλωση που ερμηνεύτηκε ευρέως ότι επικύρωνε αυτή τη μέχρι τότε καθιερωμένη σύμβαση.[6][7][8][9][10] Μέχρι τον έκτο αιώνα, αυτή ήταν επίσης η συνήθης πρακτική στην αυτοκρατορική καγκελαρία της Κωνσταντινούπολης.[6]

Η παλαιότερη αναφορά αυτού του τίτλου αφορούσε τον Πάπα Ηρακλά (227–240) σε μια επιστολή που έγραψε ο διάδοχός του, Πάπας Διονύσιος της Αλεξάνδρειας, προς τον Φιλήμονα (Ρωμαίο πρεσβύτερο): «τοῦτον ἐγὼ τὸν κανόνα καὶ τὸν τύπον παρὰ τοῦ μακαρίου πάπα ἡμῶν Ἡρακλᾶ παρέλαβον",[11] που αποδίδεται: «Έλαβα αυτόν τον κανόνα και το διάταγμα από τον μακαριστό πατέρα/πάπα μας, τον Ηρακλά».[12] Σύμφωνα με το Αγγλικό Λεξικό της Οξφόρδης, η παλαιότερη καταγεγραμμένη χρήση του «πάπας» στα αγγλικά είναι σε μια παλιά αγγλική μετάφραση (περίπου το 950) της Εκκλησιαστικής Ιστορίας του αγγλικού έθνους του Βέδα, «Þa wæs in þa tid Uitalius papa þæs Apostolican seðles aldorbiscop."[13] που αποδίδεται, «Εκείνη την εποχή, ο Πάπας Βιταλιανός ήταν αρχιεπίσκοπος της αποστολικής έδρας».

Διεκδικητές του τίτλου

Βυζαντινή αγιογραφία του Ευαγγελιστή Μάρκου (11ος αι.), Νέα Μονή Χίος

Ελληνική Ορθόδοξη Εκκλησία της Αλεξάνδρειας

Ο Ελληνορθόδοξος Πάπας και Πατριάρχης Αλεξανδρείας και πάσης Αφρικής ηγείται της Ελληνορθόδοξης Εκκλησίας της Αλεξάνδρειας. Ο πλήρης τίτλος του είναι «Ἡ Αὐτοῦ Θειοτάτη Μακαριότης ὁ Πάπας καί Πατριάρχης τῆς Μεγάλης Πόλεως Ἀλεξανδρείας, Λιβύης, Πενταπόλεως Αἰθιοπίας, πάσης γῆς Αἰγύπτου καί πάσης Ἀφρικῆς, Πατήρ Πατέρων, Ποιμήν Ποιμένων, Ἀρχιερεύς Ἀρχιερέων, τρίτος καί δέκατος τῶν Ἀποστόλων καί Κριτής τῆς Οἰκουμένης» [14]

Κοπτική Ορθόδοξη Εκκλησία της Αλεξάνδρειας

Ο Πάπας Αλεξανδρείας και Πατριάρχης της Έδρας του Αγίου Μάρκου ηγείται της Κοπτικής Ορθόδοξης Εκκλησίας της Αλεξάνδρειας, αλλά κατοικεί στο Κάιρο. Ο πλήρης τίτλος του είναι «Πάπας και Αρχιεπίσκοπος της Μεγάλης Πόλης Αλεξανδρείας και Πατριάρχης πάσης Αφρικής, της Αγίας Ορθόδοξης και Αποστολικής Έδρας του Αγίου Μάρκου του Ευαγγελιστή (Αίγυπτος, Λιβύη, Νουβία, Σουδάν, Αιθιοπία, Ερυθραία και πάσης Αφρικής) και Διάδοχος του Αγίου Μάρκου του Ευαγγελιστή, Άγιος Απόστολος και Μάρτυς, στον Ιερό Αποστολικό Θρόνο της Μεγάλης Πόλης της Αλεξάνδρειας».

Ανατολικές Καθολικές Εκκλησίες

Ο Πατριάρχης Αλεξανδρείας των Κοπτών ηγείται της Κοπτικής Καθολικής Εκκλησίας σε κοινωνία με την Αγία Έδρα.

Ο Πατριάρχης Αντιοχείας των Ελληνοκαθολικών-Μελκιτών, ο οποίος ηγείται της Μελχιτικής Ελληνοκαθολικής Εκκλησίας σε κοινωνία με την Αγία Έδρα, έχει επίσης τους τίτλους του «Τιτουλάριου Πατριάρχη Αλεξανδρείας των Ελληνομελκιτών και Τιτουλάριου Πατριάρχη Ιεροσολύμων των Ελληνομελκιτών».

Λατινική Εκκλησία

Ο Λατίνος Πατριάρχης Αλεξανδρείας ήταν επικεφαλής της τιτουλάριας Πατριαρχικής Έδρας της Αλεξάνδρειας της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας, που ιδρύθηκε από τον Πάπα Ιννοκέντιο Γ΄. Τον τίτλο κατείχε τελευταία φορά ο Luca Ermenegildo Pasetto μέχρι τον θάνατό του το 1954. Παρέμεινε κενή μέχρι την κατάργησή της ως Λατινικής Εκκλησίας το 1964.

Παραπομπές

  1. «The Pope». Saint Takla Haymanot (Coptic Orthodox) (στα Αραβικά). Alexandria, Egypt. Ανακτήθηκε στις 25 Οκτωβρίου 2018. 
  2. 2,0 2,1 Πρότυπο:Catholic
  3. «Pentarchy». Encyclopædia Britannica. 26 Ιανουαρίου 2015. 
  4. «CIA World Fact Book». CIA.GOV. 30 Μαρτίου 2022. .
  5. 5,0 5,1 Πρότυπο:Catholic
  6. 6,0 6,1 «Pope», Oxford Dictionary of the Christian Church, Oxford University Press, 2005, ISBN 978-0-19-280290-3 
  7. Thomas H. Greer, Gavin Lewis, A Brief History of the Western World (Cengage Learning 2004 (ISBN 9780534642365)), p. 172
  8. Enrico Mazza, The Eucharistic Prayers of the Roman Rite (Liturgical Press 2004 (ISBN 9780814660782)), p. 63
  9. John W. O'Malley, A History of the Popes (Government Institutes 2009 (ISBN 9781580512275)), p. xv
  10. Klaus Schatz, Papal Primacy (Liturgical Press 1996 (ISBN 9780814655221)), pp. 28–29
  11. Eusebius, Historia Ecclesiastica Book VII, chapter 7.7
  12. Pamphilus of Caesarea (2012). The Sacred Writings of Eusebius Pamphilus (Extended Annotated έκδοση). Jazzybee Verlag. ISBN 978-3-8496-2152-0. 
  13. "pope, n.1". OED Online. September 2011. Oxford University Press. 21 November 2011
  14. «The Patriarchate of Alexandria and all Africa». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 2 Οκτωβρίου 2016. Ανακτήθηκε στις 29 Ιανουαρίου 2025. 

Δείτε επίσης